
Η διπολική διαταραχή, γνωστή και ως μανιοκατάθλιψη χαρακτηρίζεται από επεισόδια καθ’υπερβολήν ανεβασμένης διάθεσης (μανία) εναλλασσόμενα με φάσεις σοβαρής κατάθλιψης. Υπολογίζεται πως περίπου το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού πάσχει από διπολική διαταραχή, η οποία συνήθως εμφανίζεται σε νεαρή ηλικία. Η θεραπεία περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή (σταθεροποιητές διάθεσης) καθώς και ψυχοθεραπεία.
Κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου ο ασθενής παρουσιάζει αυξημένη ενέργεια και μειωμένη ανάγκη για ύπνο. Είθισται να μιλάει με ταχύ ρυθμό και να περνάει από το ένα θέμα στο άλλο με επίσης υπερβολική ταχύτητα. Η κριτική του ικανότητα μειώνεται επικίνδυνα ενώ μπορεί να γίνει επιθετικός και εκτός ελέγχου με παραληρητικές ιδέες.
Στην καταθλιπτική φάση, ο ασθενής βιώνει θλίψη, απελπισία, ενοχή και έχει την τάση να απομονωθεί όντας ταυτόχρονα υπερευαίσθητος και χωρίς κανένα ενδιαφέρον για δραστηριότητες που του ήταν πριν ευχάριστες. Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της νόσου γίνεται μόνο από ψυχίατρο, που είναι και υπεύθυνος για την παρακολούθηση της νόσου αλλά και της απόκρισης στα φάρμακα που πρέπει να πάρει ο ασθενής προκειμένου να μη βιώνει ακραία επεισόδια.
H φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει:
- Σταθεροποιητές διάθεσης (π.χ., λίθιο, βαλπροϊκό οξύ και λαμοτριγίνη).
- Αντιψυχωσικά (π.χ., αριπιπραζόλη, ολανζαπίνη, κουετιαπίνη, καριπραζίνη).
- Αντικαταθλιπτικά (σε συνδυασμό με σταθεροποιητές διάθεσης).
Φυσικά καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα έχει ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής με ψυχοεκπαίδευση. Η θεραπεία παρότι μακροχρόνια, μπορεί να είναι αποτελεσματική αφού μέσω της ψυχοθεραπείας, ο ασθενής μαθαίνει να ελέγχει τα επεισόδια αναγνωρίζοντας τι τα πυροδοτεί, εντοπίζοντας τα αρχικά συμπτώματα πριν την πλήρη υποτροπή αλλά και τον τρόπο να την αποφύγει.